Παναγιώτης Δ. Μπρούμης
Γενικευμένη Αγχώδης Διαταραχή (GAD)

Φανταστείτε έναν συνεχή θόρυβο στο μυαλό, σαν αόρατη καταιγίδα που δεν σβήνει ποτέ: αυτή είναι η καθημερινότητα για εκείνους που ζουν με τη Γενικευμένη Αγχώδη Διαταραχή (Generalized Anxiety Disorder, GAD). Περισσότερο από μια προσωρινή ανησυχία, η GAD χαρακτηρίζεται από ένα χρόνιο, δίχως ημερομηνία λήξης, άγχος που πλέκει αφηρημένους φόβους γύρω από φαινομενικά «κανονικές» ευθύνες — την υγεία, τα οικονομικά, την εργασία, ακόμα και τις σχέσεις. Εδώ, το άγχος δεν είναι απλώς μια ψυχολογική αντίδραση, αλλά ένας παραμορφωτικός φακός που μετατρέπει την πραγματικότητα: ο εγκέφαλος αντιδρά σε φανταστικές απειλές με την ίδια ένταση που θα απαντούσε σε πραγματικό κίνδυνο. Η διαταραχή αυτή, όπου ο φόβος επιζεί χωρίς να «βλέπει» τον εχθρό, δεν περιορίζεται σε συγκεκριμένες καταστάσεις. Αντίθετα, εμφανίζεται ως ένα μωσαϊκό συναισθημάτων και σωματικών συμπτωμάτων, θυμίζοντας ότι το άγχος μπορεί να είναι τόσο πολύπλευρο όσο και εξουθενωτικό. Στο άρθρο αυτό, εξετάζουμε πώς η GAD επαναπροσδιορίζει την έννοια της «κανονικότητας» και γιατί η κατανόησή της απαιτεί μια ολιστική προσέγγιση — ψυχολογική, βιολογική και κοινωνική.

Σύμφωνα με το DSM-5-TR (APA, 2022), τα κριτήρια της GAD είναι τα ακόλουθα:

  • Εξαιρετική ανησυχία και άγχος που διαρκεί για διάστημα ίσο ή μεγαλύτερο των 6 μηνών και αφορά πολλαπλά γεγονότα ή δραστηριότητες (π.χ. εργασία, υγεία, οικογένεια).
  • Δυσκολία στον έλεγχο της ανησυχίας. (Τουλάχιστον 3 από τα παρακάτω συμπτώματα)
    • Ανησυχία ή αίσθημα σύγχυσης ή αγανάκτησης.
    • Εύκολη κόπωση.
    • Δυσκολίες συγκέντρωσης ή αδυναμία σκέψης.
    • Ευερεθιστότητα.
    • Μυϊκή ένταση.
    • Διαταραχές ύπνου (δυσκολία να αποκοιμηθεί το άτομο, ανησυχητικός ή/και ανικανοποίητος ύπνος).
  • Η διαταραχή να μην εξηγείται καλύτερα από άλλη ψυχική διαταραχή, μόλυνση ή άλλες ιδεοληψίες λόγω ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής, διαχωρισμός από φιγούρες προσκόλλησης σε διαταραχές άγχους αποχωρισμού, υπενθυμίσεις τραυματικών γεγονότων σε PTSD, φόβος αύξησης βάρους σε νευρική ανορεξία, σωματικά παράπονα σε διαταραχή σωματικών συμπτωμάτων, αντιληπτά ελαττώματα εμφάνισης στη σωματική δυσμορφική διαταραχή, σοβαρή ασθένεια σε αγχώδη διαταραχή ασθένειας ή σε παραληρηματικές πεποιθήσεις σε σχιζοφρένεια ή παραληρηματική διαταραχή).
  • Το άγχος, η ανησυχία ή τα σωματικά συμπτώματα να προκαλούν κλινικά σημαντική δυσφορία ή έκπτωση σε κοινωνικούς, επαγγελματικούς ή άλλους σημαντικούς τομείς της λειτουργικότητας.
  • Η διαταραχή να μην μπορεί να αποδοθεί στις φυσιολογικές επιδράσεις μιας ουσίας (π.χ. ναρκωτικά ή φάρμακα) ή άλλης ιατρικής κατάστασης (π.χ. υπερθυρεοειδισμός).

Η GAD επηρεάζει περίπου 3-5% του παγκόσμιου πληθυσμού και λειτουργεί συχνά ως μία «ομπρέλα» όπου συγκεντρώνονται άλλες μορφές άγχους, όπως οι κρίσεις πανικού, το κοινωνικό άγχος και το εργασιακό άγχος. Αυτές οι διαταραχές, αν και διακριτές, μοιράζονται κοινά νευροβιολογικά μονοπάτια και ψυχοκοινωνικούς παράγοντες, δημιουργώντας μια σύνθετη κλινική εικόνα που απαιτεί πολυδιάστατη αντιμετώπιση.

Οι κρίσεις πανικού, για παράδειγμα, εμφανίζονται στο 2-3% των ενηλίκων και χαρακτηρίζονται από ξαφνικές και έντονες επιθέσεις φόβου που συνοδεύονται από σωματικά συμπτώματα όπως ταχυκαρδία, ιδρώτας ή αίσθημα πνιγμού. Σε αντίθεση με τη GAD, όπου το άγχος είναι διαρκές αλλά χαμηλής έντασης, οι κρίσεις πανικού είναι σύντομες αλλά κατακλυσμιαίες. Μελέτες υποδεικνύουν ότι περίπου 50% των ατόμων με GAD θα βιώσουν τουλάχιστον μία κρίση πανικού στη ζωή τους, γεγονός που επιβεβαιώνει τη συχνή συνύπαρξη αυτών των διαταραχών (Turki, 2017). Η βιολογία εδώ παίζει καθοριστικό ρόλο: υπερδραστηριότητα της αμυγδαλής και δυσλειτουργία του υποθάλαμου οδηγούν σε υπερβολική αντίδραση «πάλης ή φυγής», ακόμα και σε αβλαβείς καταστάσεις (Etkin & Wager, 2007).

Το κοινωνικό άγχος, από την άλλη πλευρά, επηρεάζει περίπου 7% του πληθυσμού και εστιάζεται στον φόβο της κοινωνικής αξιολόγησης (Hofmann et al., 2014). Ενώ η GAD αφορά γενικευμένες ανησυχίες, το κοινωνικό άγχος εμφανίζεται σε συγκεκριμένα πλαίσια, όπως η δημόσια ομιλία ή η συμμετοχή σε κοινωνικές συναθροίσεις. Ένα μεγάλο πλεονέκτημα της Γνωστικο-Συμπεριφορικής Θεραπείας (CBT) σε αυτή τη διαταραχή φαίνεται σε κλινικές μελέτες: 75% των ασθενών παρουσιάζουν σημαντική βελτίωση μετά από σύντομο σχετικά διάστημα, κυρίως μέσω της έκθεσης σε φοβικές καταστάσεις και της αναδιάρθρωσης των «καταστροφικών» σκέψεων (Mayo-Wilson et al., 2014).

Στον εργασιακό χώρο, το άγχος αναδύεται ως μία «σιωπηλή πανδημία». Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (2022), το 20% των εργαζομένων αντιμετωπίζει υψηλά επίπεδα άγχους λόγω πίεσης αδειοδότησης, φόβου απολύσεων ή δυσαρμονίας μεταξύ προσωπικής και επαγγελματικής ζωής. Το εργασιακό άγχος συχνά εντείνεται από τη GAD, καθώς οι ατέρμονες ανησυχίες για την απόδοση ή την ασφάλεια της θέσης εργασίας ενισχύουν τον κύκλο του χρόνιου στρες (WHO, 2022). Μια μελέτη του Ινστιτούτου Ψυχικής Υγείας του Λονδίνου (2020) διαπίστωσε ότι πρόγραμματα διαχείρισης στρες βασισμένα στο mindfulness μείωσαν τα συμπτώματα άγχους σε εργαζόμενους κατά 35%, υπογραμμίζοντας την αξία των προληπτικών παρεμβάσεων (Turk & Waller, 2020).

Η πανδημία COVID-19 δεν άφησε ανεπηρέαστη την ψυχική υγεία, με τη GAD να είναι μια από τις πρωταγωνίστριες αυτής της σκηνής. Ο συνδυασμός αβεβαιότηταςκοινωνικής απομόνωσης, και οικονομικής αστάθειας δημιούργησε την “τέλεια θύελλα” για την επιδείνωση υπαρχόντων συμπτωμάτων ή την εμφάνιση νέων περιπτώσεων. Σύμφωνα με έρευνα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (2022), τα κρούσματα άγχους και κατάθλιψης αυξήθηκαν παγκοσμίως κατά 25% το πρώτο έτος της πανδημίας, με τη GAD να καταλαμβάνει κεντρική θέση. Η απώλεια αγαπημένων προσώπων, ο φόβος της μόλυνσης και η διαταραχή των καθημερινών ρουτινών ενίσχυσαν τον κύκλο των εμμονικών ανησυχιών, ιδίως σε άτομα με προϋπάρχουσα ευαισθησία (Di Blasi et al., 2021).

Μια μελέτη του Ινστιτούτου Ψυχικής Υγείας του Λονδίνου (2021) σε 2,000 εθελοντές διαπίστωσε ότι το 40% των ατόμων με προϋπάρχουσα GAD ανέφεραν επιδείνωση των συμπτωμάτων κατά τα lockdowns, ενώ 1 στους 5 χωρίς προηγούμενη διάγνωση ανέπτυξε κλινικά σημαντικό άγχος. Η υπερβολική ενασχόληση με τα νέα (infodemia) και η ψηφιακή κόπωση ενίσχυσαν την τάση για “καταστροφική” σκέψη, όπου ακόμα και ένας ελαφρύς βήχας μπορούσε να μετατραπεί σε φόβο για θανάσιμη ασθένεια. Επιπλέον, η αδυναμία πρόσβασης σε προσωπικές θεραπευτικές συνεδρίες λόγω περιορισμών δημιούργησε κενά στην υποστήριξη, ιδίως για εκείνους που βασίζονταν σε τακτικές επαφές με επαγγελματίες υγείας (Pierce et al., 2021).

Οι νεαροί ενήλικες και οι γονείς με παιδιά αναδείχθηκαν ως ιδιαίτερα ευάλωτες ομάδες. Σε μια έρευνα του Journal of Anxiety Disorders (2021)65% των φοιτητών ανέφεραν χειροτέρευση του άγχους λόγω αλλαγών στη διαδικασία μάθησης και απώλειας κοινωνικών δεσμών. Παράλληλα, οι γονείς που αντιμετώπιζαν την πίεση της εργασίας από το σπίτι και την εκπαίδευση των παιδιών βίωναν υπερδιπλάσιο επίπεδο άγχους σε σύγκριση με την περίοδο προ πανδημίας (Ojalehto et al., 2021; Pierce et al., 2021).

Αν και η τεχνολογία προσέφερε εναλλακτικές (π.χ. online ψυχοθεραπεία), πολλοί ασθενείς με GAD δυσκολεύτηκαν να προσαρμοστούν στη ψηφιακή αλληλεπίδραση, ιδίως όταν η απουσία φυσικής παρουσίας ενίσχυε το αίσθημα απομόνωσης. Ωστόσο, η πανδημία έφερε και απροσδόκητες ευκαιρίες: η αυξημένη ευαισθητοποίηση για την ψυχική υγεία οδήγησε σε περισσότερες αιτήσεις βοήθειας, με μελέτες να δείχνουν 30% αύξηση στη χρήση διαδικτυακών θεραπευτικών πλατφορμών (Torous et al., 2020, Wind et al., 2021).

Η GAD έχει παράλληλα βιολογικούς και ψυχοκοινωνικούς παράγοντες. Από μία νευροβιολογική προοπτική, η υπερδραστηριότητα στην αμυγδαλή και τον υποθάλαμο που σχετίζονται με την ανίχνευση κινδύνου σχετίζονται με την GAD (Etkin, 2009). Επίσης διαταραχές σε νευροδιαβιβαστές όπως σεροτονίνη και GABA συνδέονται με αυξημένο άγχος (Bandelow & Michaelis, 2015). Τέλος, μελέτες δίδυμων δείχνουν 30-40% κληρονομικότητα (Hettema et al., 2001). Όσον αφορά ψυχοκοινωνικούς παράγοντες, άτομα με υψηλό νευρωτισμό ή τελειοθηρία είναι πιο ευάλωτα. Επίσης, η κακοποίηση, η υπερπροστατευτική γονεϊκή συμπεριφορά ή/και η απώλεια γονέα συμβάλλουν δραστικά στην εμφάνιση GAD (Briley et al. , 2018; Kendler, 1992; Kotov et al., 2010; McLaughlin et al., 2019, ). Τέλος, σημαντικό είναι το χρόνιο στρες (π.χ. οικονομική αστάθεια, κοινωνικός αποκλεισμός).

Η επίδραση στην ποιότητα ζωής είναι πολύ σημαντική. Όσον αφορά τη σωματική υγεία, μελέτες έχουν δείξει πως το χρόνιο άγχος αυξάνει τον κίνδυνο για καρδιαγγειακές παθήσεις και ανοσολογική δυσλειτουργία (Segerstrom & Miller, 2004). Παράλληλα επηρρεάζεται σημαντικά η ψυχική υγεία και ειδικότερα η συννοσηρότητα. Για παράδειγμα, η GAD συνυπάρχει συχνά με κατάθλιψη (50-60% των περιπτώσεων) ή διαταραχές ύπνου. Στον τομέα της κοινωνικής ζωής, εμφανίζονται συχνά δυσκολίες σε σχέσεις λόγω υπερβολικής ανάλυσης ή αποφυγής κοινωνικών καταστάσεων (Cox & Olatunji, 2016; Kessler et al., 2012).

Η GAD, με τον χρόνιο και διεισδυτικό της χαρακτήρα, απαιτεί θεραπευτικές προσεγγίσεις που δεν περιορίζονται σε ένα μόνο πλαίσιο. Η Συνθετική Ψυχοθεραπεία προσφέρει εδώ μια ελπιδοφόρα λύση, συνδυάζοντας τεχνικές από διαφορετικά θεωρητικά πλαίσια, προσαρμόζοντας παράλληλα την παρέμβαση στις μοναδικές ανάγκες του κάθε ατόμου.. Κλινικές μελέτες δείχνουν ότι αυτός ο συνδυασμός αυξάνει τον ρυθμό επιτυχίας κατά 20-30% σε σύγκριση με μεμονωμένες προσεγγίσεις (Cuijpers et al., 2014). Παράλληλα, οι Σύντομες Θεραπείες (Brief Therapies), όπως η Solution-Focused Therapy, προσφέρουν στρατηγικές γρήγορης ανταπόκρισης, ιδανικές για τη μείωση των συμπτωμάτων σε σύντομο χρονικό διάστημα. Ο συνδυασμός προσεγγίσεων όπως η ψυχοδυναμική, η προσωποκεντρική, η ACT, η SFT, η CBT κλπ, πάντα με γνώμονα τις μοναδικές ανάγκες κάθε θεραπευόμενου, μπορούν να προσφέρουν ένα ιδανικό και εξατομικευμένο πλαίσιο θεραπείας (Norcross & Lambert, 2019).

Συνοψίζοντας, η κατανόηση του άγχους απαιτεί μια ολιστική ματιά που ενσωματώνει τόσο τις βιολογικές όσο και τις κοινωνικές του πτυχές. Ενώ η GAD αποτελεί το «κύριο πλαίσιο», οι επιμέρους διαταραχές όπως οι κρίσεις πανικού και το κοινωνικό άγχος υπογραμμίζουν την ανάγκη για προσωποποιημένες θεραπευτικές στρατηγικές. Το μέλλον της ψυχοθεραπείας φαίνεται να κινείται προς την ευελιξία: την ικανότητα να συνδυάζει διαφορετικά εργαλεία, από την CBT έως τις σύντομες θεραπείες, ώστε να ανταποκριθεί στην πολυπλοκότητα κάθε ανθρώπινης εμπειρίας.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

American Psychiatric Association. (2022). Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders. https://doi.org/10.1176/appi.books.9780890425787

Bandelow, B., & Michaelis, S. (2015). Epidemiology of Anxiety Disorders in the 21st Century. Dialogues in Clinical Neuroscience, 17(3), 327–335. https://doi.org/10.31887/dcns.2015.17.3/bbandelow

Briley, D. A., Livengood, J., & Derringer, J. (2018). Behaviour genetic frameworks of causal reasoning for personality psychology. European Journal of Personality, 32(3), 202–220. https://doi.org/10.1002/per.2153

Cox, R. C., & Olatunji, B. O. (2016). A systematic review of sleep disturbance in anxiety and related disorders. Journal of Anxiety Disorders, 37, 104–129. https://doi.org/10.1016/j.janxdis.2015.12.001

Cuijpers, P., Sijbrandij, M., Koole, S., Huibers, M., Berking, M., & Andersson, G. (2014). Psychological treatment of generalized anxiety disorder: A meta-analysis. Clinical Psychology Review, 34(2), 130–140. https://doi.org/10.1016/j.cpr.2014.01.002

Di Blasi, M., Gullo, S., Mancinelli, E., Freda, M. F., Esposito, G., Gelo, O. C., Lagetto, G., Giordano, C., Mazzeschi, C., Pazzagli, C., Salcuni, S., & Lo Coco, G. (2021). Psychological distress associated with the COVID-19 lockdown: A Two-wave network analysis. Journal of Affective Disorders, 284, 18–26. https://doi.org/10.1016/j.jad.2021.02.016

Etkin, A. (2009a). Functional neuroanatomy of anxiety: A Neural Circuit Perspective. Current Topics in Behavioral Neurosciences, 251–277. https://doi.org/10.1007/7854_2009_5

Etkin, A. (2009b). Functional neuroanatomy of anxiety: A Neural Circuit Perspective. Current Topics in Behavioral Neurosciences, 251–277. https://doi.org/10.1007/7854_2009_5

Etkin, A., & Wager, T. D. (2007). Functional neuroimaging of anxiety: A meta-analysis of emotional processing in PTSD, social anxiety disorder, and specific phobia. American Journal of Psychiatry, 164(10), 1476–1488. https://doi.org/10.1176/appi.ajp.2007.07030504

Hettema, J. M., Neale, M. C., & Kendler, K. S. (2001). A review and meta-analysis of the genetic epidemiology of Anxiety Disorders. American Journal of Psychiatry, 158(10), 1568–1578. https://doi.org/10.1176/appi.ajp.158.10.1568

Hofmann, S. G., Aka, B. T., & Piquer, A. (2014). Social anxiety disorder. The Wiley Handbook of Anxiety Disorders, 357–377. https://doi.org/10.1002/9781118775349.ch20

Kendler, K. S. (1992). Childhood parental loss and adult psychopathology in women. Archives of General Psychiatry, 49(2), 109. https://doi.org/10.1001/archpsyc.1992.01820020029004

Kessler, R. C., Petukhova, M., Sampson, N. A., Zaslavsky, A. M., & Wittchen, H. (2012). Twelve‐month and lifetime prevalence and lifetime morbid risk of anxiety and mood disorders in the United States. International Journal of Methods in Psychiatric Research, 21(3), 169–184. https://doi.org/10.1002/mpr.1359

Kotov, R., Gamez, W., Schmidt, F., & Watson, D. (2010). Linking “big” personality traits to anxiety, depressive, and Substance Use Disorders: A meta-analysis. Psychological Bulletin, 136(5), 768–821. https://doi.org/10.1037/a0020327

Mayo-Wilson, E., Dias, S., Mavranezouli, I., Kew, K., Clark, D. M., Ades, A. E., & Pilling, S. (2014). Psychological and pharmacological interventions for social anxiety disorder in adults: A systematic review and network meta-analysis. The Lancet Psychiatry, 1(5), 368–376. https://doi.org/10.1016/s2215-0366(14)70329-3

McLaughlin, K. A., Weissman, D., & Bitrán, D. (2019). Childhood adversity and neural development: A systematic review. Annual Review of Developmental Psychology, 1(1), 277–312. https://doi.org/10.1146/annurev-devpsych-121318-084950

Norcross, J. C., & Lambert, M. J. (2019). Psychotherapy relationships that work. volume 1, evidence-based therapist Conributions. Oxford University Press.

Ojalehto, H. J., Abramowitz, J. S., Hellberg, S. N., Butcher, M. W., & Buchholz, J. L. (2021). Predicting covid-19-related anxiety: The role of obsessive-compulsive symptom dimensions, anxiety sensitivity, and body vigilance. Journal of Anxiety Disorders, 83, 102460. https://doi.org/10.1016/j.janxdis.2021.102460

Pierce, M., McManus, S., Hope, H., Hotopf, M., Ford, T., Hatch, S. L., John, A., Kontopantelis, E., Webb, R. T., Wessely, S., & Abel, K. M. (2021). Mental health responses to the COVID-19 pandemic: A latent class trajectory analysis using longitudinal UK Data. The Lancet Psychiatry, 8(7), 610–619. https://doi.org/10.1016/s2215-0366(21)00151-6

Segerstrom, S. C., & Miller, G. E. (2004). Psychological stress and the human immune system: A meta-analytic study of 30 years of inquiry. Psychological Bulletin, 130(4), 601–630. https://doi.org/10.1037/0033-2909.130.4.601

Torous, J., Jän Myrick, K., Rauseo-Ricupero, N., & Firth, J. (2020). Digital Mental Health and COVID-19: Using technology today to accelerate the curve on access and quality Tomorrow. JMIR Mental Health, 7(3). https://doi.org/10.2196/18848

Turk, F., & Waller, G. (2020). Is self-compassion relevant to the pathology and treatment of eating and body image concerns? A systematic review and meta-analysis. Clinical Psychology Review, 79, 101856. https://doi.org/10.1016/j.cpr.2020.101856

Turki, M. (2017). Generalized Anxiety Disorder Comorbidities:  Panic and Depressive Disorder. https://doi.org/10.26226/morressier.5885d713d462b8028d8922ed

Wind, T. R., Rijkeboer, M., Andersson, G., & Riper, H. (2020). The COVID-19 pandemic: The ‘Black Swan’ for mental health care and a turning point for e-health. Internet Interventions, 20, 100317. https://doi.org/10.1016/j.invent.2020.100317

World Health Organization. (n.d.). Mental health at work. World Health Organization. https://www.who.int/news-room/fact-sheets/detail/mental-health-at-work

Pin It on Pinterest